Επιδιδυμίτιδα

Αποτελεί ένα από τα επείγοντα ουρολογικά προβλήματα, γιατί προκαλεί έντονα συμπτώματα, αλλά κυρίως γιατί παρουσιάζει συχνά κλινικές εκδηλώσεις παρόμοιες με την συστροφή του όρχεως.
Η φλεγμονή είναι κατά κύριο λόγο μικροβιακής αιτιολογίας. Κυρίως ευθύνονται κοινά παθογόνα μικρόβια (κολοβακτηρίδιο, εντερόκοκκος, κλεμπσιέλλα κ.α.), αλλά και μη ειδικά (χλαμύδια, ουρεάπλασμα, μυκόπλασμα) κυρίως σε νεαρά άτομα.

Η διάγνωση γίνεται συνήθως με την κλινική εξέταση, κατά την οποία είναι χαρακτηριστικό ότι ο ασθενής δύσκολα ανέχεται την ψηλάφηση. Το υπερηχογράφημα του οσχέου βοηθά ιδιαίτερα, διότι επιβεβαιώνει τα κλινικά ευρήματα και παράλληλα παρέχει πληροφορίες για την ανατομική δομή και την αιμάτωση του όρχι.
Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει να γίνεται με την συστροφή του όρχι. Η συστροφή μπορεί να εκδηλωθεί με παρόμοια συμπτώματα και αποτελεί μια επείγουσα κατάσταση, διότι η ισχαιμία που προκαλείται στον όρχι μπορεί να προκαλέσει απώλεια του οργάνου.

Η θεραπεία είναι συντηρητική και περιλαμβάνει τη χορήγηση αντιβιοτικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, την κατάκλιση του αρρώστου, την τοποθέτηση του οσχέου σε ανάρροπη (προς τα πάνω) θέση και την τοποθέτηση ψυχρών επιθεμάτων στην περιοχή που επιταχύνουν την υποχώρηση της φλεγμονής. Ορισμένες φορές όπου υπάρχουν έντονα συμπτώματα και υψηλός πυρετός μπορεί ο ασθενής να χρειαστεί εισαγωγή σε νοσοκομείο και νοσηλεία προκειμένου να λάβει ενδοφλέβια αντιβίωση.
Η χειρουργική επέμβαση ενδείκνυται στις περιπτώσεις εκείνες όπου έχει σχηματιστεί απόστημα και έχει ως στόχο την παροχέτευσή του.
Η επιδιδυμίτιδα είναι δυνατό να οδηγήσει σε παροδική ή μόνιμη υπογονιμότητα.
Ο σχηματισμός αποστήματος και η εμφάνιση χρόνιου πόνου στο σύστοιχο ημιόσχεο αποτελούν τις κυριότερες επιπλοκές της νόσου.
Η χρόνια επιδιδυμίτιδα προκύπτει μετά από υποτροπιάζουσες οξείες επιδιδυμίτιδες και προκαλεί ανάπτυξη ουλών και σκληρία στην επιδιδυμίτιδα. Αν είναι αμφοτερόπλευρη μπορεί να προκαλέσει στειρότητα λόγω απόφραξης των σωληναρίων της επιδιδυμίτιδας.